Ακανές -
- Γενικά
Ο ακανές είναι το κατ' εξοχήν παραδοσιακό γλυκό των Σερρών. Δεν θα το βρείτε σε καμιά άλλη περιοχή, τόσο της χώρας όσο και της υφηλίου. Οπτικά μοιάζει με ένα μικρό λουκούμι. Γευστικά όμως είναι η διαφορά. Αυτό που καταλαβαίνεις από την πρώτη στιγμή είναι η γεύση του φρέσκου βουτύρου και το καλοψημένο αμύγδαλο.
- Ο ακανές Λαϊλιά Σερρών είναι το γλυκό που σίγουρα θα πάρετε μαζί σας πριν φύγετε από την πόλη μας.
- Ιστορικά στοιχεία
- Η ιστορία του ακανέ στις Σέρρες ξεκινά επί Τουρκοκρατίας, όταν οι Μπέηδες έκαναν τις καλοκαιρινές διακοπές τους στο Λαϊλιά Σερρών.
Η παρασκευή του γινόταν με τις τεχνικές της εποχής: μέσα σε μεγάλα καζάνια έβραζαν ρετσέλια και πετιμέζια με νερό από την πηγή του Λαϊλιά. Γι' αυτό μάλιστα έμεινε και η ονομασία "Ακανές Λαϊλιά Σερρών". Λέγεται ότι το νερό του Λαϊλιά, καθότι ήταν δροσερό και ελαφρύτερο, ήταν το βασικότερο συστατικό και αυτό που έδινε όλη τη νοστιμιά στον ακανέ. Τα πετιμέζια και τα ρετσέλια αντικαταστάθηκαν με χυμό ζαχαροκάλαμου και νισεστέ. Σήμερα, αντί ζαχαροκάλαμου χρησιμοποιείται η ζάχαρη. Το παραπάνω μίγμα, αφού γινόταν πηχτό, πρόσθεταν φρέσκο βούτυρο και στο τέλος ξηρούς καρπούς. Κατά τη διαδικασία παρασκευής, επειδή χρειαζόταν πολύωρο ανακάτεμα, βρισκόταν πάντα εκεί ένας δούλος και ανακάτευε το μίγμα με μία ξύλινη κουτάλα. Όταν κρύωνε, το πηχτό αυτό μίγμα το έκοβαν σε μικρά κομμάτια και το σέρβιραν για γλυκό.
- Προέλευση ονομασίας
- Σήμερα κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά από που προήλθε η ονομασία ακανές. Η ιστορία του χάνεται στην εποχή της Τουρκοκρατίας και ίσως μαζί της χάθηκε και η ιστορία προέλευσης του ονόματός του. Βάσιμη ετυμολογία της λέξης δεν υπάρχει.
- Παρόλα αυτά όμως υπάρχει μία εκδοχή που ίσως να πλησιάζει περισσότερο την πραγματικότητα. Η λέξη "ακανές" προήλθε, όπως λένε, από την λέξη "ανακατεύω", γιατί το μίγμα χρειάζεται πολύωρο ανακάτεμα και από το κατάφαση "ναι", που έλεγαν πάντα οι δούλοι, οι οποίοι ήταν αυτοί που ανακάτευαν το μίγμα.
- Σήμερα
- Μετά την απελευθέρωση το 1913 από τους Βούλγαρους, οι δούλοι έγιναν μαστόρια και παρασκεύαζαν αυτό το γλυκό στην πόλη. Σήμερα, στην πόλη των Σερρών υπάρχουν τέσσερις -4- επιχειρήσεις που παρασκευάζουν τον παραδοσιακό ακανέ. Είναι: ο ακανές Ρούμπου, ο ακανές Βασάκη, ο ακανές Νικολαίδη και ο ακανές Μπουφίδη. Η βασική σύνθεση σήμερα του ακανέ είναι: ζάχαρη, βούτυρο, άμυλο, αμύγδαλα και άμυλο αραβοσίτου.
Τουλουμπάκι
- Η τουλούμπα και το τουλουμπάκι παρασκευάζεται εδώ και 25 χρόνια στην πόλη των Σερρών. Αν και δεν είναι καθαρά παραδοσιακό γλυκό των Σερρών, η γεύση και ο τρόπος παρασκευής του είναι μοναδικός στην Ελλάδα.
Η ζύμη γίνεται με αλεύρι, αυγά και νερό. Με μια ειδική τεχνική τηγανίζεται στο βραστό λάδι και αμέσως μετά βυθίζεται σε σιρόπι. Θα τη βρείτε σε διάφορες γεύσεις, με διαφορετικές επικαλύψεις (σοκολάτα, αμύγδαλα, κ.ά.) σε όλα τα ζαχαροπλαστεία της πόλης.
Σερραϊκό Ούζο ...το καμάρι της Ελλάδας.
Το ούζο πίνεται κλασικά σκέτο, με νερό, ή με παγάκια.
Η μήπως θα θέλατε να το αναμίξετε;
Το Σερραϊκό Ούζο έχει κατακτίσει τον κόσμο και ως ένα απεριτίφ, ως βάση για κοκτέϊλ.
Τέτοια γεύση έχει το ούζο αν αναμιχθεί για παράδειγμα με χυμό πορτοκαλιού ως δροσιστικό, ή καυτερό με πιπέρι και χυμό ντομάτας.
Παρ' όλο που παρασκευάζεται και εμφιαλώνεται σε σύγχρονα αποστακτήρια, χρησιμοποιούνται παραδοσιακές μέθοδοι απόσταξης, όπως χάλκινοι αποστακτήρες και ξυλοκάρβουνο. Χρησιμοποιούνται μόνο φυσικά συστατικά υψηλής ποιότητος και εποπτεύεται η παραγωγή και η ανάπτυξη των αρωματικών μπαχαρικών και σπόρων.
Σαν αποτέλεσμα το Σερραϊκό Ούζο αποκτά ένα μοναδικό λεπτό άρωμα και μεταδίδει μια εξαιρετική, απαλή και ευχάριστη γεύση, που το κάνει να ξεχωρίζει από τις άλλες μάρκες.
Μπουγάτσα
- Η μπουγάτσα κυριάρχησε στον Ελλαδικό χώρο μετά τη Μικρασιατική καταστροφή από τη Βόρεια Ελλάδα ως την Ήπειρο και από την Πελοπόννησο ως την Κρήτη. Ιδιαίτερα όμως πολιτογραφήθηκε ως Σερραία και Θεσσαλονικιά, καθώς στη Βόρεια Ελλάδα στεγάστηκε μεγάλος αριθμός προσφύγων από τη Μικρά Ασία.
Ετυμολογικά, η μπουγάτσα ή μπογάτσα είναι παραφθορά της οθωμανικής λέξης “πογάτσα” που σημαίνει πίτα με γέμιση από κρέμα, περιχυμένη με άχνη ζάχαρη ή πίτα με γέμιση τυρί. Όπως μας πληροφορούν τα οθωμανικά λεξικά η “πογάτσα” αποτελεί παραφθορά της ιταλικής λέξης “foccacia” που σημαίνει γλυκιά πίτα.
Γνωστοί Πολίτες μπουγατσατζήδες που μετέφεραν την τέχνη στον ελλαδικό χώρο ήταν: στις Σέρρες, ο Διαμαντής Φεγγαριώτης από το Καράκιοι του Γαλατά, ο οποίος ίδρυσε και το ομώνυμο μαγαζί του στις Σέρρες, ο Σταύρος Σταυρίδης που ήταν ειδικός στα σχιστά τα λεγόμενα πεϊνιρλί, ο Κωσταντίνος Καρυοφύλλης, ο οποίος ξεκίνησε το 1919 να παρασκευάζει και να διακινεί ως πλανόδιος πωλητής μπουγάτσες και το 1947 ανοίγει το “Ανώτερον”.
Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
Στη διαδικασία παρασκευής της μπουγάτσας, σημαντικός παράγοντας είναι το τέλειο φύλλο για το οποίο απαιτείται αλεύρι και λάδι καλής ποιότητας.
Το φύλλο της μπουγάτσας ανοίγεται στο χέρι και θέλει μεγάλη μαστοριά και μεράκι. Αφού πλάθεται η ζύμη, χωρίζεται σε μικρά στρογγυλά μπαλάκια, τα οποία αλείφονται με λάδι και αφήνονται μερικές ώρες για να φουσκώσουν και να διπλασιαστούν. Από ένα μικρό μπαλάκι ζύμης, ο τεχνίτης, χάρη στην ικανότητά του, δημιουργεί το τέλειο φύλλο. Πρώτα ανοίγει φύλλο στο μέγεθος της πίτας, αρχίζει να το πετάει στον αέρα σηκώνοντας το από τον πάγκο, 3-7 φορές για κάθε φύλλο, ώσπου να γίνει λεπτό και να πάρει τις επιθυμητές διαστάσεις.
|
|